Κοντοβάζαινα Γορτυνίας: Ένα ορεινό παραμύθι στην Αρκαδία
Πετρόκτιστα χωριά σαν από σκηνικό παραμυθιού, μοναστήρια σαν αετοφωλιές που αιωρούνται στους γκρεμούς πάνω από τον Λούσιο και μια καινούργια ορεινή περιπέτεια στο πρώτο πιστοποιημένο μονοπάτι της Ελλάδας. Η Γορτυνία πάντα είναι ακαταμάχητη, μα ο χειμώνας στ’ αλήθεια τής πάει πολύ!
Η καρδιά της ορεινής Αρκαδίας χτυπάει στη Γορτυνία. Στη Στεμνίτσα και τη Δημητσάνα, στο φαράγγι του Λούσιου με τα ασκηταριά και τα αιωνόβια
μοναστήρια του, στις ατέλειωτες διαδρομές στα ανάγλυφα του Μαινάλου και του Μυλάοντα, στα απροσδιόριστα χρώματα της οξιάς και του έλατου που μπερδεύονται συνεχώς με τη στιβαρότητα της πέτρας των παραδοσιακών οικισμών, στα χέρια των μαθητών της Στεμνίτσας που επιμένουν να μετουσιώνουν την πλούσια παράδοση των παλιών τεχνιτών σε καινούργια έργα τέχνης.
Μα και στις αμέτρητες ιστορίες της Επανάστασης, που για κάθε γωνιά της Γορτυνίας έχουν να διηγηθούν και κάτι άλλο, στους ιστορικούς μπαρουτόμυλους, στα γραφικά καφενεία των μικρών χωριών, αλλά και στις σύγχρονες υποδομές που αυξάνονται και πληθύνονται και κάνουν τη Γορτυνία όλο και πιο ελκυστική.
Το Μαίναλο εκ των έσω
Η πρώτη γνωριμία γίνεται στη Βυτίνα, από τους πρώτους οικισμούς που αναπτύχθηκαν, δίνοντας έτσι το σύνθημα και για τους επόμενους. Είναι και το πιο δημοφιλές ορμητήριο για το Μαίναλο, επόμενο ήταν λοιπόν να αναπτυχθούν εδώ μερικά από τα πιο γνωστά ξενοδοχεία και εστιατόρια της Αρκαδίας.
Γύρω από τον μαρμαρόχτιστο Αγιο Τρύφωνα θα βρεις το ιδιαίτερο τοπικό μέλι, από τα δάση κεφαλληνιακής ελάτης που αγκαλιάζουν αυτή την πλευρά του βουνού. Μια ανάσα από τη Βυτίνα, εκεί που ανοίγεται το φαράγγι του ποταμού Μυλάοντα, συναντάς το μοναστήρι της Κερνίτσας, χτισμένο στην άκρη του γκρεμού, όπως και τα περισσότερα μοναστήρια που θα βρεις στη Γορτυνία.
Αποχαιρετώντας τις μοναχές της Κερνίτσας, η ατάκα τους στο κατευόδιο σε βάζει κατευθείαν στο κλίμα: «Στο μονοπάτι θα πάτε;». Οπου «μονοπάτι» το Menalon Trail, το πρώτο μονοπάτι στην Ελλάδα με διεθνή πιστοποίηση και κατοχύρωση ποιότητας και ασφάλειας (και μόλις το 9ο στην Ευρώπη).
Είναι μια διαδρομή που ξεκινά από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού και σε 75 χιλιόμετρα περνά από το δυτικό Μαίναλο, διασχίζει το φαράγγι του Μυλάοντα και καταλήγει στα Λαγκάδια, διατρέχοντας τα πιο εμβληματικά χωριά της περιοχής, σε μια χορταστική περιήγηση. Άλλη μια απόδειξη της τεράστιας δυναμικής που διαθέτει η Γορτυνία…
Αν η Γορτυνία είχε βασιλιά και ήθελε ο θρόνος του να στέκει ψηλότερα απ’ όλους, θα τον έστηνε στα Μαγούλιανα. Με υψόμετρο 1.367 μ. το χωριό είναι το υψηλότερο κατοικημένο σημείο της Αρκαδίας. Γι’ αυτό και ο Κολοκοτρώνης πολλές φορές οχυρώθηκε εδώ. Το ιδιαίτερο κλίμα της περιοχής μάλιστα θεωρήθηκε ήδη από τον περασμένο αιώνα ιδανικό για τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων.
Λίγο έξω από το χωριό λειτούργησε πριν από εκατό χρόνια και σανατόριο (το ίδρυσε η αδελφή του Παύλου Μελά, Αννα Παπαδοπούλου) για την περίθαλψη στρατιωτών των Βαλκανικών Πολέμων. Λίγο παραπέρα, στη Λάστα, θα βρεις το… πρωτοποριακό καφενείο-self service, δίπλα στον Αγ. Γεώργιο.
Στο γειτονικό Βαλτεσινίκο η καλή φήμη του χωριού αφορούσε όχι τόσο το κλίμα όσο τους ξυλογλύπτες τεχνίτες του, με ειδικότητα στα τέμπλα των εκκλησιών. Σήμερα η παράδοση μπορεί να μη συνεχίζεται, ωστόσο αξίζει να έρθεις μέχρι το χωριό για να δεις το παλαιομονάστηρο του Αγίου Νικολάου, ένα εκπληκτικό (εγκαταλελειμμένο σήμερα) μοναστήρι μέσα σε βράχο.
Το χωριό της Μυγδαλιάς είναι μία (η ανατολική) από τις «πύλες» προς την τεχνητή λίμνη του Λάδωνα και το φημισμένο γεφύρι της Κυράς. Αν δεν καταφέρεις να το εντοπίσεις, μην ξαφνιαστείς: για μεγάλες περιόδους του χρόνου το πεντάτοξο γεφύρι του 13ου αι. βυθίζεται στα νερά της λίμνης, για να επανεμφανιστεί όταν τα νερά αποτραβηχτούν και πάλι.
Μια βόλτα περιμετρικά της τεχνητής λίμνης σε φέρνει στο φράγμα της ΔΕΗ, στο δυτικό άκρο της, κι από εκεί φτάνεις μέχρι τα Τρόπαια με το κάστρο της Ακοβας, τη Βάχλια και τη Δήμητρα με το ιερό της αρχαίας θεάς, την Κοντοβάζαινα στις παρυφές του Αφροδίσιου όρους, αλλά και νοτιότερα στην Ηραία με τα ιαματικά λουτρά, γνωστά ήδη από την αρχαιότητα.
Πριν πάρεις κατεύθυνση για το φαράγγι του Λούσιου, θα σταθείς σε ένα από τα πιο ιδιόμορφα χωριά της Γορτυνίας. Χτισμένα σε μια απότομη, κάθετη πλαγιά, με κλίση που φτάνει και το 70%, τα Λαγκάδια εντυπώνουν ανεξίτηλα την εικόνα τους στον νου σου. Η φήμη μάλιστα των Λαγκαδινών μαστόρων δεν είχε το ταίρι της σ’ ολόκληρη την Πελοπόννησο: οι τεχνίτες του χωριού έφτιαχναν αγγέλους από πέτρα και φυσικά έβαλαν τα δυνατά τους όταν έφτιαχναν και το ίδιο το χωριό τους.
«…έκαμνεν η Δημητσάνα…»
«…έκαμνεν η Δημητσάνα…»
Πηγάζει ανάμεσα στην Καρκαλού και το Ράδος και μέχρι να ενωθεί με τον Αλφειό διατρέχει το πιο γνωστό φαράγγι της Αρκαδίας. Οδηγός για το υπόλοιπο ταξίδι στη Γορτυνία, ο ποταμός Λούσιος τα έχει όλα: ασύλληπτη φύση με χιλιάδες χρώματα να εναλλάσσονται ανάλογα με τις εποχές, τα πιο ιστορικά μοναστήρια της Πελοποννήσου αλλά και μερικά από τα ωραιότερα χωριά.
Και πρώτη πρώτη η Δημητσάνα. Τη βλέπεις να φανερώνεται ξαφνικά μετά την τελευταία στροφή του δρόμου, απλωμένη στην κορυφογραμμή δυο αντικριστών λόφων, κι αμέσως καταλαβαίνεις πως κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει εδώ.
Ο πιο παλιός οικισμός της Αρκαδίας (κατοικείται από τον 7ο αι.), η Δημητσάνα, έδωσε διαχρονικά τα πάντα: στην περίφημη Σχολή της δίδαξε εκατοντάδες ηγετικές μορφές της Ορθοδοξίας, οι μπαρουτόμυλοι του χωριού δούλευαν νύχτα-μέρα για να δίνουν το απαραίτητο μπαρούτι στις ανάγκες της Επανάστασης («μπαρούτι είχαμε, έκαμνεν η Δημητσάνα…» σημείωνε ο Γέρος του Μοριά), έδωσε ακόμη και τα ίδια τα βιβλία της περίφημης Βιβλιοθήκης της για να φτιάχνουν οι αγωνιστές τα φυσεκλίκια τους.
Όμως δεν έχει μόνο παρελθόν· έχει παρόν και πολύ περισσότερο μέλλον, που της εξασφαλίζουν οι νέοι που επιστρέφουν φέρνοντας ζωή και νέες ιδέες. Στα καλντερίμια της ανακαλύπτεις μαγαζιά και καφέ φτιαγμένα με μεράκι, ανεβαίνεις μέχρι τους λόφους της Αγίας Παρασκευής και του Κάστρου για να αγναντέψεις τη θέα, περνάς από τη Βιβλιοθήκη αλλά και το εντυπωσιακό Μουσείο Υδροκίνησης.
Δυο βήματα από τη Δημητσάνα είναι η Ζάτουνα, τόπος εξορίας του Μίκη (υπάρχει και σχετικό μουσείο αφιερωμένο στον συνθέτη), και το Ζυγοβίστι, με το ηρώο αφιερωμένο στα πρωτοπαλίκαρα του Κολοκοτρώνη. Από τη Δημητσάνα ξεκινάς να κατέβεις και στο φαράγγι του Λούσιου, με πρώτη στάση στη μονή Αιμυαλών (16ος αι.).
Διαβάζεις την ιστορία πως λίγο έξω απ’ το μοναστήρι, στον «ληνό» (πατητήρι) συγγενείς του Κολοκοτρώνη προδόθηκαν στους Τούρκους, ωστόσο μπαίνοντας στη μονή και συνομιλώντας με τους προσηνείς μοναχούς μόνο γαλήνη συναντάς. Είναι μάλλον και το λιγότερο γνωστό μοναστήρι του Λούσιου, για κάποιο λόγο δεν το επισκέπτονται τα τουριστικά γκρουπ. Μέγα λάθος…
Πολλοί περισσότεροι κατευθύνονται προς τη Νέα Μονή Φιλοσόφου (17ος αι.). «Νέα» σε σύγκριση βέβαια με την Παλαιά Μονή Φιλοσόφου, που ίδρυσε το 963 ο Ιωάννης Λαμπαρδόπουλος, ο επονομαζόμενος Φιλόσοφος, γραμματέας του Νικηφόρου Φωκά.
Εδώ να δεις αετοφωλιά, να στέκει απάνω από τον Λούσιο και καλά καλά να μην ξεχωρίζει από το χρώμα του βουνού. Για να φτάσεις στο μοναστήρι ακολουθείς το μονοπάτι από τη Νέα Μονή (800 μ.). Κρυφό Σχολειό ήταν μάλιστα στα σκοτεινά χρόνια πριν από την Επανάσταση – και παρατηρώντας τη θέση της δεν απορείς καθόλου…
Για το επόμενο μοναστήρι, το πιο διάσημο ίσως στον Λούσιο, έχεις δύο επιλογές. Ή ακολουθείς το μονοπάτι από την Παλιά Μονή Φιλοσόφου μέσα από το φαράγγι (περίπου 45΄) ή επιστρέφεις στον κεντρικό δρόμο, φτάνεις στη Στεμνίτσα, όπου και στρίβεις δεξιά. Η Μονή Τιμίου Προδρόμου θυμίζει κάπως τα «κρεμαστά» μοναστήρια των Μετεώρων και δημιουργήθηκε τον 16ο αι. από συνένωση παλιών ασκηταριών που βρίσκονταν στις ράχες της πλαγιάς.
Πριν από το τέλος της διαδρομής, η Γορτυνία επιφυλάσσει ακόμη ένα παραμυθένιο σκηνικό. Είναι η Στεμνίτσα, από τους ωραιότερους παραδοσιακούς οικισμούς της Αρκαδίας· όχι, της Ελλάδας όλης. Δεκάδες στενορύμια διακλαδώνονται σχηματίζοντας γωνιές που δεν ξέρεις πού να πρωτοσταθείς και να φωτογραφίσεις, από τη γειτονιά του Κάστρου και την Παναγιά την Μπαφέρω (17ος αι.) μέχρι το αρχοντικό του Χατζή και το Λαογραφικό Μουσείο που φιλοξενείται σε 11 αίθουσες και 4 ορόφους!
Η Στεμνίτσα είχε και μια μεγάλη παράδοση στη μεταλλοτεχνία, οι μάστορες της ήταν περίφημοι καμπανάδες και οι ιστορίες που συνοδεύουν τα χρονικά τους είναι αμέτρητες. Και σήμερα ακόμα, αυτή η εμπειρία αιώνων εμπνέει τους μαθητές της τοπικής Σχολής Αργυροχρυσοχοΐας.
Οι μαθητές δίνουν επιπλέον ζωή στη Στεμνίτσα, οι επισκέπτες απολαμβάνουν διαμονή κορυφαίου επιπέδου στους βραβευμένους ξενώνες της και η ειδυλλιακή ατμόσφαιρα του χωριού, με την ομίχλη να φτιάχνει συνεχώς σκηνικά βγαλμένα από χειμωνιάτικα όνειρα, φροντίζει ώστε ο επίλογος στη Γορτυνία να είναι νέα αφετηρία για μια καινούργια περιπέτεια στην ορεινή Αρκαδία…
Post a Comment